«Υπάρχουν κάποιοι που δεν φοβούνται τον κοροναϊό γιατί η θνητότητα δεν είναι μεγάλη σε σχέση με άλλες ασθένειες», δήλωσε στα Παραπολιτικά 90,1 και στην εκπομπή ‘’Secret’’ με τον δημοσιογράφο Παναγιώτη Τζένο, η καθηγήτρια επιδημιολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών Αθηνά Λινού.

Η κ Λινολυ μιλώντας στα Παραπολιτικά 90,1, ζήτησε την καθολική χρήση μάσκας σε όλη τη χώρα και επέκταση της τηλεργασίας και συνταγογράφηση του τεστ για τον κοροναϊό.

Την ίδια στιγμή δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο η Ελλάδα να επιβαρυνθεί σημαντικά επιδημιολογικά, καθώς τα κρούσματα είναι αυξητικά.

Παράλληλα η καθηγήτρια Επιδημιολογίας έκρουσε καμπανάκι για τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, ενώ ανέφερε ότι «θα μπορούσαν να δοθούν κουπόνια στους εργαζόμενους για δωρεάν μετακινήσεις με ιδιωτικά λεωφορεία ή ταξί».

Τέλος εκτίμησε ότι «τις επόμενες ημέρες τα κρούσματα θα πολλαπλασιαστούν».

Διαβάστε ολόκληρη τη συνέντευξη της Αθηνάς Λινού στα Παραπολιτικά 90,1:

Αναφορικά με μελέτη που θέλει το 49% του πληθυσμού να μην πιστεύει στη θνησιμότητα του κοροναϊού, η κ. Λινού σημείωσε:
«Αποκλείεται να είναι τόσο μεγάλο το ποσοστό. Αποκλείεται να είναι το 49% του ελληνικού πληθυσμού. Υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι οι οποίοι δεν φοβούνται και ίσως αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι μέχρι τώρα είχαμε μικρό αριθμό θανάτων και όντως η θνητότητα αναλογικά δεν είναι μεγάλη. Ας πούμε μια λευχαιμία μπορεί να έχει θνητότητα 20% απλώς είναι πολλοί λίγοι αυτοί που νοσούν από λευχαιμία. Η επίπτωση της λευχαιμίας είναι 11 στις 100 χιλιάδες ενώ εδώ μιλάμε για πολύ μεγάλη επίπτωση, μάλιστα χωρίς μέτρα θα είναι σχεδόν καθολική, και μέσα σε αυτή τη μεγάλη επίπτωση αναλογικά αυτοί που πεθαίνουν είναι λιγότεροι. Αυτή είναι η διαφορά και για αυτό ίσως επηρεάζονται οι άνθρωποι και λένε «και ο τάδε το πέρασε και ο τάδε και δεν πέθανε».

«Μπήκαμε σε αυτό το επίπεδο γιατί δεν πήραμε εγκαίρως τα μέτρα που έπρεπε να πάρουμε για να μην νοσήσει ο κόσμος. Δηλαδή τη μάσκα αργήσαμε πάρα πολύ και ακόμα δεν είναι γενικευμένη στις περιοχές που δεν είναι κίτρινες ή πορτοκαλί . Εγώ έλεγα εδώ και τρεις μήνες ότι θα έπρεπε να υπάρχει καθολική χρήση μάσκας μέσα έξω από την ώρα που βγαίνει κανείς από το σπίτι του μέχρι να επιστρέψει. Η εξ αποστάσεως εργασία από 30 πήγε 40% ενώ η ανάγκη για αυτούς που μπορούν να δουλέψουν εξ αποστάσεως θα ήταν 90%», υπογράμμισε η ίδια.

«Σχεδόν όλοι αν μπορούν να δουλέψουν εξ αποστάσεως. Γιατί δεν δώσαμε κίνητρα στους ανθρώπους που δουλεύουν με μεροκάματο να μπορούν αμέσως με το παραμικρό σύμπτωμα να εξεταστούν ώστε να μη διαδώσουν τη νόσο. Γιατί ούτε συνταγογραφείται το τεστ αλλά ούτε υπάρχει κάποια αμοιβή ή κάλυψη για τα ημερομίσθια που θα χάσει κάποιος αν μπει σε καραντίνα. Όλα αυτά τα συλλογικά μέτρα δεν λήφθηκαν. Επίσης προσπαθούμε να διαρθρώσουμε την εστίαση και τα μπαρ αλλά θα μπορούσαμε να έχουμε βρει μια εναλλακτική λύση με επιδοτήσεις να μετατραπεί σε delivery ή σε γκουρμέ φαγητό σε πακέτο και σε εξωτερικούς χώρους, να μην επιτρέπεται η εστίαση σε εσωτερικούς χώρους. Όλα αυτά μαζί, λίγο –λίγο το καθένα μαζί με την αμφισβήτηση που έχουν οι άνθρωποι, μαζί με τον συνωστισμό στα ΜΜΜ δεν προσφέρει επαρκή προστασία», ανέφερε χαρακτηριστικά η καθηγήτρια Επιδημιολογίας.

«Επειδή εμείς έχουμε λίγο διαφορετικό καιρό και επειδή εμείς δεν είχαμε διασπορά στην κοινότητα σε όλες τις περιοχές αλλά τώρα αρχίζουμε να έχουμε υπάρχει τεράστιος κίνδυνος να γίνουμε σαν τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες μέσα σε δύο μήνες», τόνισε η κ. Λινού επισημαίνοντας πως «αν γινόταν εύκολο για όλους τους ανθρώπους να τηρούν αποστάσεις και πείθονταν όλοι να φοράνε μάσκα θα είχε μειωθεί κατά 90% η επίπτωση της νόσου».

«Στα τεστ έχουμε αργήσει, στη μάσκα αργήσαμε, και το τεστ το κάνουμε πρακτικά αδύνατο για τη μέση οικογένεια γιατί δεν συνταγογραφείται», δήλωσε επιπρόσθετα.

Για τα ΜΜΜ, η κ. Λινού ανέφερε: «Θεωρώ ότι είναι απαραίτητο και πρέπει να γίνει αποσυμφόρηση των ΜΜΜ χθες. Να κατέβουν, στη χειρότερη περίπτωση, στρατιωτικά αυτοκίνητα, αστυνομικά αυτοκίνητα αλλά πριν από αυτό μπορεί άμεσα η κυβέρνηση να δώσει κουπόνια για τις ώρες εργασίας στους εργαζόμενους για την ώρα που πάνε και φεύγουν από τη δουλειά τους τα οποία κουπόνια να μπορούν να χρησιμοποιηθούν είτε σε ιδιωτικά –τουριστικά λεωφορεία είτε σε ταξί. Αυτό που συμβαίνει στα ΜΜΜ είναι εγκληματικό. Νομίζω ότι δεν ασχολήθηκαν γιατί δεν καταλαβαίνουν το επίπεδο του κινδύνου».

«Το αν θα κλείσουμε ή δεν θα κλείσουμε αυτό είναι πολιτική απόφαση, δεν είναι ιατρική απόφαση. Ιατρική γνώση είναι ότι έχουμε αύξηση, ότι τα κρούσματα θα πολλαπλασιαστούν σύντομα αν δεν πάρουμε μέτρα. Από εκεί και πέρα υπάρχουν στο τραπέζι επιλογές. Δεν υπάρχει μέτρο το οποίο να μην κοστίζει, δεν είμαστε σε μια κανονική κατάσταση που να μετράμε τα οικονομικά και να πούμε ''αυτό κοστίζει αυτό δεν κοστίζει''. Και η μη λήψη μέτρων κοστίζει περισσότερο», δήλωσε.